Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2007

Κατάθλιψη και εκλογικά παρατράγουδα

Έχει άπειρα μποφόρ. Η θάλασσα λυσσομανάει.
Ψήσαμε χταποδάκι και ψαράκι και χαζομιλάγαμε για τις εκλογές.
Ο άνεμος είναι ένα άλογο
άκου τον πως τρέχει
θέλει ο άνμεος να με πάει μακριά.
Δε θέλω να με πάρει, δε θέλω να με πάρει
με το κεφάλι σου σιμά στο μέτωπό μου
και με ένωμένα τα κορμιά.
Είναι σιχαμένο να πρέπει να εξηγείς συνεχώς ...

Τελειώνει το παραμύθι.
ΔΕ ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΥΡΙΣΩ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ.
ΔΕ ΘΕΛΩ.
ΔΕ ΘΕΛΩ.
Θα θελα να ήμουν δεκατεσσάρων χρόνων και να πίστευα στις νεράϊδες.
Τέλος πάντων να πίστευα στο μέλλον που θα ρθει.
Να πίστευα στη δυνατότητα να αλλάξουν τα πράγματα, στη δυνατότητα να υπάρξει μια άλλου είδους συννενόηση ανάμεσα στους ανθρώπους ήσυχη και βαθιά σαν τα πρωινά του φθινόπωρου.
Να πίστευα ότι οι στιγμές που φεύγει κάτι από το εσωτερικό ενός ανθρώπου και φτάνει στο εσωτερικό του άλλου μπορούν να γίνουν περισσότερες.
Και δεν αναλώνεται ο καθένας μέσα στους δικούς του κύκλους.

Συνήθως το Σεπτέμβρη κάνω τους απολογισμούς μου.
Για μένα τώρα αρχίζει η νέα χρονιά.
Ίσως η μακροχρόνια παραμονή στο εκπαιδευτικο - Ακαδημαϊκό περιβάλλον...
Και οι απολογισμοί μονίμως βγαίνουνε λειψοί.
Και δεν μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου που έκανα αυτά τα δέκα λάθη ή που αγάπησα και αυτούς τους πέντε σκάρτους ανθρώπους.
Και στο τέλος σαν το γέρο Σκούρτζ μαζέυω τα κέρματα και τα κρύβω πάλι μέσα στο συρτάρι κάτω από το τραπέζι.
Τόσα φθινόπωρα ... ξαναβρίσκω τον ίδιο άνθρωπο μέσα μου.
Μικρό και φοβισμένο πάντα και συναισθηματικά λειψό.
Και αντηχούν οι κύκλοι μου στους τοίχους του πηγαδιού.

Χριστέ μου η Αθήνα θα μας φάει όλους. Σαν τεράστια φάλαινα ανάλφρα θα μας καταπιεί.

Από παιδί παρατηρούσα τους ανθρώπους και τους άκουγα.
Μα δεν το καταλαβαίνουν οτι δεν ακούν;
Οτι λέει ο καθένας μανιωδώς αυτό που θέλει να πει και μένει μόνος του;
Σαν το βουρτσάκι που χτύπαγε μέσα στο ποτήρι στο μπάνιο του έρημου εξοχικού της θειάς μου όλο το χειμώνα και οι ξεχασμένοι εναπομείνατες κάτοικοι μιλάγαν για φαντάσματα.
Αυτό το μπάνιο είναι ότι έμεινε απο τα παιδικά μου καλοκαίρια.
Το υπόλοιπο σπίτι το χτίσανε.
Ο καθένας τη μοναξιά του τη χαϊδεύει μέσα του και την παρηγορεί σαν το τυφλό, νεογέννητο γατάκι.
Τί είναι αυτό που το λένε αγάπη; Τι είναι αυτό;

Τώρα θα πέσω για ύπνο γιατί δε με φτάνει η κατάθλιψή μου των ημερών, δε με φτάνει η παρωδία της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, δε με φτάνουν τα διαδοχικά ξενύχτια με ανθρώπους που χα να δω αιώνες, έρωτες, φιλίες, εχθροί και σε βρίσκει ξαφνικά το παρελθόν αφύλαχτο καθώς περπατάς ήσυχος στο καλντερίμι και σηκώνεις τα μάτια και σε χτυπάει σα χαστούκι, λίγο πάχος παραπάνω, ρυτίδες, κούραση, η ίδια έκφραση στα μάτια, η αγάπη μου εσύ θα είσαι πάντα, εμένα η καλύτερή μου φίλη είναι η Μαρίλη και ένα σωρό χαστούκια παρατράγουδα των εκλογών. Κάτι πορείες ανθρώπων που κόπιασαν να φτάσουν ώς εδώ όσο κι εσύ αλλά μέχρι τώρα δεν υπήρχαν, υπήρχε μόνο το η αγάπη μου εσύ θα είσαι πάντα και το η καλύτερή μου φίλη είναι η Μαρίλη.
Ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.

Όταν ήμουνα γύρω στα είκοσι δεν ανοιγόμουνα πολύ. Φοβόμουν να μιλήσω γιατί φοβόμουν ότι θα με κοροϊδέψουν επειδή θα μιλούσα σαν να απάγγειλα ποίημα αυτόματης γραφής.
Απορούσα πως οι προτάσεις των ανθρώπων είναι τόσο συγκροτημένες τόσο συνεπείς.
Εμένα με χτυπάνε οι συνειρμοί σαν το καραβάκι στο Αιγαίο σήμερα με τα μποφόρια.
Εεεεεεεεεεε από το καράβι!!!!!!!
Που πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;
Γιατί βγήκα αφύλαχτη έξω αυτές τις μέρες;
Απάνω στο ξερό χώμα της καρδιάς μου ξεφύρωσε ένας κάκτος.
Πέρασαν πάνω από είκοσι αιώνες που ονειρεύομαι γιασεμί.


Αυτό που μισώ στα Blog είναι οι εξηγήσεις:
Οι πρώτοι στίχοι σε πλάγια γράμματα είναι Λόρκα, δε θυμάμαι τώρα τι μετάφραση, οι δεύτεροι Σεφέρης δε θυμάμαι από ποιο ποίημα και οι τρίτοι Μίκης Θεοδωράκης μάλλον από το Ο ήλιος κι ο χρόνος. Μπορεί να αναπαράγω και λάθος τους στίχους, ας μου συγχωρεθεί. Μισώ τις εξηγήσεις.

3 σχόλια:

Christophorus είπε...

M' άρεσε αυτό το ποστ, παρά την περιρρέουσα θλίψη... ή, ίσως, (και) εξαιτίας της...

Άσχετο: Να στείλουμε κανένα φόρτωμα χωνευτικού στον Ευ. Βεν.; Πώς τον κατεβρόχθισε έτσι, τον πτωχό...

Pan είπε...

Ποιος ζήτησε εξηγήσεις; Όποιος κατάλαβε κατάλαβε. Οι υπόλοιποι...τι να κάνουμε τώρα.

Μαύρος Γάτος είπε...

...σε βρίσκει ξαφνικά το παρελθόν αφύλαχτο καθώς περπατάς ήσυχος στο καλντερίμι και σηκώνεις τα μάτια και σε χτυπάει σα χαστούκι...

!!!!!!!!
σε συμπάθησα αμέσως Σ;)))))